Ο Γιάννης Νιάρρος μιλάει στο euronews για τον πρωταγωνιστικό χαρακτήρα, για το έργο, αλλά και για τα υπόλοιπα ενδιαφέροντά του αυτή την περίοδο.
-Πώς βιώνεις τη μετάβαση από το σκληρό σύμπαν του Γιάννη Οικονομίδη, στο γλυκόπικρο σύμπαν του Χάντον; Δεν είναι λίγο σχιζοφρενικό;
Έλα μου ντε! Είναι η μεγάλη τύχη που έχουμε οι Έλληνες ηθοποιοί να μην έχουμε τίποτε σταθερό και στέρεο. Είναι τύχη και ατυχία ταυτόχρονα. Είναι ατυχία όσον αφορά στο θέμα των χρημάτων και της επαγγελματικής αποκατάστασης, αλλά καλλιτεχνικά είναι μεγάλη τύχη γιατί βουτάς από το ένα πράγμα στο άλλο, μέσα στην ίδια σεζόν. Βιώνεις έντονες εμπειρίες από εντελώς διαφορετικούς κόσμους και αυτό είναι κάτι μοναδικό. Είναι νομίζω αποκλειστικό προνόμιο των Ελλήνων. Γι’ αυτό αισθάνομαι πολύ τυχερός, γιατί δεν ασχολούμαι μόνο με ένα πράγμα.
-Είναι πρόκληση για σένα να συμμετέχεις σε δύο παραστάσεις;
Ναι γιατί πρέπει να δουλέψω αρκετά για να ξέρω πολύ καλά τι κάνω σε κάθε έργο. Τη μία μέρα πρέπει να φαίνεσαι στο θέατρο 15 χρονών έφηβος που είσαι μέσα στο φάσμα του αυτισμού και την επόμενη να δρας και να κινείσαι ως χασικλής, ως γιος ενός μαφιόζου. Αισθάνομαι τυχερός.
-Γιατί το μυθιστόρημα είχε τόσο μεγάλη επιτυχία, κατά τη γνώμη σου;
Γιατί μιλάει για τη διαφορετικότητα. Παρουσιάζει εξαιρετικά τον κεντρικό αυτιστικό ήρωα, ως ένα άτομο που είναι μέρος μιας κοινότητας φυσιολογικών ανθρώπων και σε εκπλήσσει με την εξυπνάδα και τις διαπιστώσεις του. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο Μαρκ Χάντον ήταν δάσκαλος σε σχολεία για αυτιστικά παιδιά. Ο δεύτερος λόγος της επιτυχίας είναι η μαεστρία με την οποία είναι γραμμένο το βιβλίο. Το ωραίο είναι ότι ο συγγραφέας έχει επιλέξει όλο το μυθιστόρημα να είναι ένα γραπτό του Κρίστοφερ, κάτι που του ζήτησε η δασκάλα του. Αυτό δίνει τη δυνατότητα στον Χάντον να μην διηγηθεί μια γραμμική ιστορία και προσφέρει μια ρευστότητα στην αφήγηση. Ένα παιδί διαφορετικό μας αφηγείται λοιπόν τη δική του διαφορετική ιστορία. Δεν είναι πολύ ακραία. Είναι η ιστορία μιας οικογένειας. Στο έργο, τα νευροτυπικά, τα «φυσιολογικά» δηλαδή πρόσωπα εκτίθενται, μέσα από την εξέλιξη των γεγονότων. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ένα παιδί αθώο, που δεν μπορεί να πει ψέμματα και δεν το ενδιαφέρει να είναι αρεστό στους άλλους, αποκαλύπτει την αλήθεια. Πρόκειται για ένα οικογενειακό δράμα, στο οποίο ο μικρός ξεμπροστιάζει τους ενήλικους και τις συμπεριφορές τους. Και η ιδιαιτερότητα του μυθιστορήματος είναι ο Κρίστοφερ και όχι η ίδια η ιστορία, που είναι απλή, κάνοντας το έργο εξαιρετικά λειτουργικό. Δεν έχει την αφαίρεση των σύγχρονων έργων.
-Τι αλλάζει στη θεατρική διασκευή;
Όσον αφορά στο θεατρικό έργο, μπλέκονται πολλά διαφορετικά είδη θεάτρου, από αρχαία τραγωδία και ψυχολογικό θέατρο μέχρι ρεαλισμός, ονειρικές καταστάσεις, φλας μπακ και ένθετες στιγμές. Ο Σάιμον Στίβενς που έκανε τη θεατρική διασκευή, έχει κάνει μια πολύ δυνατή μεταφορά του στην σκηνή, η οποία έχει ως αφετηρία της, ότι το κοινό θα δει μια παράσταση, που έχει φτιάξει ο Κρίστοφερ. Ο ήρωας παρόλο που είναι μέσα σε «κουτάκια», είναι μαθηματική διάνοια. Ταυτόχρονα είναι κοινωνικά ανάπηρος. Φτιάχνει ένα καλλιτεχνικό έργο ιδιαίτερα υψηλής ποιότητας. Αυτό είναι για μένα το πιο ωραίο πράγμα στη διασκευή. Ότι μέσα από το μυαλό του Κρίστοφερ, παρουσιάζεται ένα έργο που μοιάζει με εξίσωση, που εντυπωσιάζει. Και καταλαβαίνεις ότι ο Μαρκ Χάντον και ο Σάιμον Στίβενς αγάπησαν πολύ αυτόν τον χαρακτήρα.
-Ο Κρίστοφερ, θεωρείται ότι έχει σύνδρομο Asperger. Πώς τον αντιμετωπίζει ο συγγραφέας;
Ο Χάντον αλλά και Στίβενς υποστηρίζουν σθεναρά, ότι πρέπει να δεχτούμε τη διαφορετικότητα του Κρίστοφερ. Είναι ένα από τα πολλά παιδιά που συναντούμε συχνά, τα οποία είναι κλεισμένα στον εαυτό τους και καταπιάνονται με κάτι που τα ενδιαφέρει πολύ. Δεν δίνουν χώρο στην επικοινωνία. Μπορεί να είναι ένα από τα παιδιά που καθόταν δίπλα μας στο θρανίο και δεν μιλούσε πολύ. Δεν του άρεσαν οι κοινωνικές επαφές. Αυτά τα παιδιά συνήθως, γιατί είναι εμμονικά με ένα πεδίο ενδιαφέροντος, μπορούν να γίνουν διάνοιες. Αν τους δώσεις το χώρο και τον τρόπο να καταπιαστούν με κάτι, μπορούν να φτάσουν σε πολύ μεγάλα επιτεύγματα. Στο φάσμα του αυτισμού λένε ότι ήταν ή ότι είναι ο Αϊνστάιν, ο Στιβ Τζομπς, ο Μπιλ Γκέιτς, ο Νεύτωνας, ο Λίο Μέσι. Η δυσκολία τους είναι να ασχοληθούν με πράγματα που δεν τους αφορούν. Αλλά είναι ιδιοφυΐες.
-Ήταν δύσκολο να προσεγγίσεις έναν 15χρονο αυτιστικό;
Αναζήτησα αρκετές πληροφορίες για τη συμπεριφορά και τις αντιδράσεις των αυτιστικών παιδιών. Η κάθε περίπτωση τέτοιου παιδιού είναι ξεχωριστή. Έπρεπε να καταλάβω την ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου χαρακτήρα. Οι άνθρωποι αυτοί λειτουργούν με τα αισθητήρια όργανά τους και δεν βασίζονται στην κοινωνική γλώσσα και επαφή που αναπτύσσουμε οι υπόλοιποι. Το σώμα είναι ένα άλλο στοιχείο που με απασχόλησε πολύ. Το πώς δηλαδή κινείται ένας 15χρονος και πώς συλλαμβάνει τον κόσμο, μέσω αυτού. Και μάλιστα αυτός ο ιδιαίτερος έφηβος που δεν του αρέσει καθόλου να τον αγγίζουν και ο οποίος δεν έχει βγει ποτέ από το σπίτι του. Το ωραίο στον συγκεκριμένο ρόλο είναι ότι έχω στη διάθεσή μου πολύ μεγάλη καθαρότητα, ως προς τις προθέσεις του ρόλου. Δεν είναι ένας χαρακτήρας, που μπορεί να έχει πολλές ή διαφορετικές αναγνώσεις. Όλοι έχουμε την εικόνα του πώς ο άνθρωπος με κοινωνική αναπηρία, είναι λίγο στον κόσμο του και δεν αντέχει πολύ τους άλλους. Με βάση αυτά λοιπόν τα χαρακτηριστικά προσέγγισα τον Κρίστοφερ. Κάποια από αυτά τα έχω βιώσει και ο ίδιος σε διαφορετικό όμως βαθμό και ένταση. Δεν είναι όμως μια περίπτωση παιδιού που να διαφέρει τόσο πολύ από τα κανονικά παιδιά.
-Η φετινή χρονιά θα είναι πολύ γεμάτη θεατρικά για σένα. Είσαι έτοιμος;
Προετοιμάστηκα ψυχολογικά για τη φετινή χρονιά, από πέρσι, που ήξερα ότι θα παίζω και στις δύο παραστάσεις. Σίγουρα θα είναι κάτι δύσκολο και απαιτητικό. Και από την άλλη πλευρά, σίγουρα θα μείνει πίσω η υπόλοιπη ζωή μου και το μουσικό κομμάτι που με ενδιαφέρει πολύ. Έκανα πρόσφατα μερικά live, που θα ήθελα να συνεχίσω. Αλλά νομίζω ότι όλα θα τα βολέψω τελικά, όταν μπούμε στην κανονική ροή και των δύο έργων. Αντλώ μεγάλη ικανοποίηση από όλο αυτό. Είμαι εργασιομανής και μου αρέσει αυτή η πειθαρχία. Δεν σκέπτομαι κάτι άλλο και πιστεύω ότι γίνομαι πρακτικά καλύτερος. Όλο αυτό θα με βελτιώσει ουσιαστικά ως ηθοποιό.
-Έχεις και μια άλλη καλλιτεχνική πλευρά που δεν την γνωρίζει ο περισσότερος κόσμος. Ασχολείσαι πολύ με την μουσική.
Παίζω από μικρός μουσική. Μου αρέσει πολύ. Τραγουδάω. Δεν μπορούσα ποτέ να διαχωρίσω τη μουσική από το θέατρο. Το όνειρό μου είναι να βρω τον τρόπο να εκφράζομαι ταυτόχρονα και με τα δύο. Πριν λίγο καιρό, κατάφερα και στρώθηκα και έφτιαξα ένα μουσικοθεατρικό πρόγραμμα. Παρουσίασα μια μουσική παράσταση στο Faust, ένα μουσικό stand up. Λεγόταν «Life Before Grammy’s». Υποδυόμουν μια περσόνα, που αισθάνεται ότι αξίζει ένα Grammy. Σκοπός της βραδιάς είναι να γνωστοποιήσω στο ελληνικό κοινό ότι θα είμαι ο πρώτος Έλληνας που θα καταφέρει να κερδίσει το σπουδαίο αυτό μουσικό βραβείο. Το έργο έχει πρόζα, στοιχεία stand up comedy και ενός μουσικού live. Έχει τραγούδι, πιάνο και κιθάρα. Χρησιμοποιοώ και ένα λούπερ. Λέω κάποια δικά μου κείμενα. Είμαι μόνος μου στην σκηνή, αλλά έχω συνεργάτες που με βοηθούν με τα κείμενα και τις ενορχηστρώσεις. Είναι ένα δίωρο που ο θεατής ψυχαγωγείται, περνά καλά και γελά. Ακούει γνωστά τραγούδια και μερικές δικές μου συνθέσεις.
-Πώς πήγε;
Πήγε πολύ καλά. Ήταν πολύ συγκινητικό για μένα. Γιατί είναι κάτι που το έχω επιλέξει, το ήθελα πολύ και δεν το βλέπω σαν δουλειά. Αντίθετα κάθε φορά που το κάνω, επιστρέφω στην αρχή των πραγμάτων, στην αρχική μου επιθυμία να βρεθώ πάνω στην σκηνή και να κάνω όλο αυτό το σόου. Το πλαίσιο που έχω βάλει έχει και μια δόση αλήθειας: «Ρε παιδιά θέλω να γίνω μουσικός! Αφήστε με!». Τώρα θα κάνω κάποιες καινούργιες παραστάσεις του «Life Before Grammy’s» τον Ιανουάριο στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο.
02/09/2020
Festival 2020-PART 2